Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούλιος, 2018

Ἡ τραγωδία τῆς Ἀμαθοῦντος, Γιώργος Χριστοδούλου

Εικόνα
Αυτή η φωτογραφία με ενέπνευσε...  Οὐ γάρ τί μοι Ζεὺς ἦν ὁ κηρύξας τάδε, οὐδ’ ἡ ξύνοικος τῶν κάτω θεῶν Δίκη τοιούσδ’ ἐν ἀνθρώποισιν ὥρισαν νόμους· οὐδὲ σθένειν τοσοῦτον ᾠόμην τὰ σὰ κηρύγμαθ’ ὥστ’ ἄγραπτα κἀσφαλῆ θεῶν νόμιμα δύνασθαι θνητὸν ὄνθ’ ὑπερδραμεῖν. Σοφοκλέους, Αντιγόνη (450-455) Αρχαία τραγωδία αναδύεται απ' την αγορά της Αμαθούντας πλάι στις παμπάλαιες κολώνες. Παραπέρα ειν' το ξωκλήσι της Αγια-Βαρβάρας κάτω απ' τον μέγα Πλάτανο. Κάποτε το θυμούνται σε γάμους και πανηγύρια. Ένα προσωπείο στράφηκε προς ουρανό και θάλασσα. Τα όνειρα εκδικήθηκαν στο πρώτο ξεπέταγμα της σπίθας. Με μιας άνοιξε ο ουρανός κι εσχίσθη η θάλασσα στα δυο. Ο άγγελος που περιμέναμε, το 'φερε το μήνυμα. Υψώθηκε εμπρός μου ο μέγας και τρανός πολέμαρχος. Κύρηκας Ιστορίας. Προάγγελος θανάτου. Βρηχόταν λιονταρίσια. Μαχόταν να ξεκάμει το κακό που 'τανε βαθιά ριζωμένο. Κέρδιζε σ' ένα πόλεμο απ' την αρχή χαμένο. Τότε μπήκανε οι Αμαθούσιοι και οι Κουρι

Δίδυμα φεγγάρια, Γιώργος Χριστοδούλου

Εικόνα
Στη μνήμη των ηρώων που έπεσαν στο Μαρί σαν σήμερα στις 11/7/2011 Τούτη τη νύχτα τη στερνή βγήκανε δίδυμα φεγγάρια ματωμένα. Ο Ήλιος πάνω στ' άρμα του βούλιαξε στο έρεβος κι εχάθη. Τι κι αν εχάθη, τ' άστρα του λάμπουνε ακόμα. Τι είναι η ζωή; Κουφάρι αδειανό να το πετάξουμε στη θάλασσα; Ποιοι γράψαν τον επίλογο σ' αυτή την τραγωδία; Οι ήρωες δεν χάνονται, ούτε λησμονούνται. Στέκουν μπρος μας με βλέμμα σκυθρωπό και θυμωμένο. Τους βλέπουμε νέους, ωραίους, ακμαίους κι αγέρωχους. Τους βλέπουμε ολόρθους κι άφοβους να κοιτούν κατάματα τον Χάροντα στα Μαρμαρένια Αλώνια. Βαδίζουν ακλόνητοι τον δρόμο. Την μουσική των σειρήνων αποστρέφονται. Δεν υπάρχει τίποτα πιο ειδεχθές απ' των δειλών την αβουλία. Στέκουν αγέρωχοι και νηπενθείς τώρα. Δεν λυπούνται τη χαμένη τους ζωή. Κλάματα δεν αρμόζουν στους ανδρειωμένους. Σταθείτε όρθιοι λεβέντες η Δόξα σας είναι χαρισμένη. Σταθείτε περήφανοι, ανδρείοι και δεχθείτε τ' αδαμάντινο στεφάνι, αθάνατοι νέ

Ήρθανε, Γιώργος Χριστοδούλου

Εικόνα
Ήρθανε της ζωής μου οι ελεγκτές με μάσκα φιλική, λες και μπορούσαν να με γελάσουν. Χρόνια τους έβλεπα να 'ρχονται κι ας αγνοούσα τα σημάδια των καιρών. Ήρθανε της ζωής μου οι ελεγκτές με μάσκα φιλική, λες και μ' ένα "γεια σου, τι κάνεις;" μπορούσαν να ξεκλειδώσουν την καρδιά μου. Λες και την έχω για ξεπούλημα. Χρειάζονται πολλά για να σε θεωρήσω φίλο, πόσω μάλλον δικό μου άνθρωπο. Ήρθανε της ζωής μου οι ελεγκτές με μάσκα φιλική. Τώρα είναι ρακένδυτοι, ζητούν ελεημοσύνες. Γδυμένοι απ' την περηφάνια και την αλαζονεία εκείνης της πρώτης φοράς. Φύγανε σκυφτοί της ζωής μου οι ελεγκτές. Μια φορά δεν μπήκαν στα παπούτσια μου. Νόμιζαν πως όλα τα 'ξεραν. Πως παρέες εκλεκτές μονάχα έκαναν. Τώρα κι η τελευταία μάσκα έπεσε. Φεύγοντας της ζωής μου οι ελεγκτές έπεσε η αυλαία. Ο θίασος κλείστηκε στα καμαρίνια. Εκεί ανήκε. Δεν ήτανε για να βγει στην σκηνή, Δεν άντεξε το σκοινί στο χειροκρότημα...

Ο άστεγος, Γιώργος Χριστοδούλου

Εικόνα
Με τυμπανοκρουσίες και φαμφάρες εμείς πανηγυρίζουμε, πνιγμένοι στο τρελό μας το μεθύσι. Ένας άστεγος κοιμόταν στην άκρη του δρόμου. Ρούχα ξεσκισμένα, ψυχή μπαλωμένη ρακένδυτος, ολομοναχός στη σκοτεινή γωνιά του κόσμου μας. Κοιμότανε μ' ένα αρκουδάκι αγκαλιά. Ήτανε της κόρης του, της πολυαγαπημένης. Κοιμότανε ολομόναχος στη βελουδένια πυγμή των δρόμων. Καληνύκτα κόσμε, πέσε κοιμήσου... Ελπίδα πλέον, δεν υπάρχει!